Οι Eyehategod, οι οποίοι δεν χρειάζονται ιδιαίτερες συστάσεις, επιστρέφουν στην Αθήνα και συγκεκριμένα στο Temple λίγο μετά τις περιπέτειες που είχε με την υγεία του ο τραγουδιστής Mike IX Williams για μια εμφάνιση που συζητήθηκε και θα συζητηθεί. Οι EHG κατάγονται απο τη μητέρα-πατρίδα του είδους, την πολιτεία της Λουιζιάνας και συγκεκριμένα τηνΝέα Ορλεάνη. Η Νέα Ορλεάνη είναι γνωστή για τη σαπίλα που επικρατεί. Ίσως όταν την ακούν κάποιοι να μη σκέφτονται metal, εγώ όμως πάντα αυτό θα σκέφτομαι. Down, Acid Bath, εννοείται Eyehategod.
Aπαρτίζονται απο μέλη συγκροτημάτων –που το πιο λογικό είναι αν είσαι λίγο εξοικειωμένος με southern καταστάσεις- να γνωρίζεις. Μike Williams στα φωνητικά, Jimmy Bower και Brian Patton στις κιθάρες, Gary Mader στο μπάσσο και Joe LaCaze (πλέον Aaron Hill)στα drums.
Όλα ξεκίνησαν το 1988, στις 20 Απριλίου. (4/20 – ένας όρος ο οποίος είναι συσχετισμένος με την κάνναβη). Το πρώτο τους όνομα ήταν Snuffleupagus on Acid, ενώ λίγο αργότερα την ίδια χρόνια διάλεξαν το όνομα που έχουν μέχρι και σήμερα. Η δισκογραφία τους δεν είναι αρκετά μεγάλη, καθώς αποτελείται απο πέντε albums, εκ των οποίων τα τρία γράφτηκαν τη δεκαετία του ’90 και το τελευταίο-ομώνυμο κυκλοφόρησε το 2014 με διαφορά δεκατέσσερα χρόνια απο το προηγούμενο.
Έχουν 30 χρόνια στη σκηνή πλέον, και πολλές απο τις καλύτερες μπάντες του είδους έχουν αναφέρει ότι οι EHG τους επηρέασαν.
Ας κάνουμε μια μικρή αναδρομή στην δισκογραφία των πιονέρων του sludge.
Τα πρώτα χρόνια τις μπάντας ξεκίνησαν με έναν διαφορετικό vocalist, τον Chris, ο οποίος μετά αποχώρησε και τη θέση του πήρε ο Mike. Το budget για την κυκλοφορία του πρώτου τους album ήταν ένα πολύ μικρό ποσό και η διαδικασία έγινε απο τους ίδιους, αλλά υπέγραψαν με μια μικρή γαλλική δισκογραφική κι έτσι η αρχή για τους πατέρες της sludge είχε ήδη ξεκινήσει… Ο τίτλος του debut δίσκου ήταν “In the Name of Suffering” και το έτος 1990. Υπήρχε μικρός αριθμός απο κόπιες, αλλά η δισκογραφική μετά απο λίγο έκλεισε και η μπάντα υπέγραψε σε μεγαλύτερη, επανακυκλοφορώντας τον δίσκο το 1992 με νέο εξώφυλλο. Ο ήχος αυτού του album δείχνει την ασχήμια του κόσμου στην πιο ακατέργαστη φάση της.
Αφού η μπάντα είχε ήδη πλέον υπογράψει σε άλλη δισκογραφική και είχε ξεκινήσει να γράφει και ηχογραφεί πλέον μόνη της, το 1993 κυκλοφόρησαν το δεύτερο album τους, το “Take as Needed for Pain”. Για πολλούς ακροατές, αυτό είναι αν όχι η καλύτερη, μια απο τις καλύτερές τους κυκλοφορίες. Επίσης, σύμφωνα με τον τραγουδιστή τους Mike, είναι ο αγαπημένος δίσκος σχεδόν όλων των μελών. Πολύ περιληπτικά, οι EHG είχαν τη φόρμουλα για να γράψουν το sludge αριστούργημα -το οποίο έχει βγει μέχρι και νούμερο 1 στο είδος του σε ξένο περιοδικό – και το έκαναν. Δεν χωράει αμφιβολία λοιπόν γιατί αναγνωρίζεται η αξία τους μέχρι και σήμερα.
Σταθερά, μετρία χρόνια διαφορά, αφού ηχογράφησαν διάφορα demos και splits, είναι έτοιμοι να κυκλοφορήσουν τον τρίτο τους full-length δίσκο “Dopesick”. Σ’ εκείνη την περίοδο ο Mike κατοικούσε στο Μπρούκλυν, οπότε είχε συχνά πέρα-δώθε για τις ανάγκες του νέου δίσκου. Βοήθησαν να γίνει αυτός ο δίσκος πραγματικότητα ο Billy Anderson με τον Pepper Keenan, ενώ είχαν για νέο μπασσίστα τον Vince LeBlanc. Στο studio όμως έγιναν μερικά μπαχαλάκια, σε βαθμό που ο ιδιοκτήτης του κάλεσε τη δισκογραφική να ρωτήσει αν είναι εγκεφαλικά υγιείς (αν την παλεύουν καθόλου), αφού ο Mike ήθελε να ηχογραφήσει τον ήχο ενός μπουκαλιού που πέφτει στο πάτωμα και σπάει, αλλά τελικά απλά το χέρι του μάτωνε το πάτωμα του studio. Εντέλει η ηχογράφηση τα κατάφερε και μπήκε στο intro του album, στο κομμάτι με τίτλο My Name Is God (I Hate You). To album συνολικά δένει ακριβώς όπως περιγράφει ο τίτλος του. Dopesick, γεμάτο μίσος και πόνο.
Αφού έκαναν ένα μικρό διάλειμμα, αποφάσισαν να γράψουν ένα τέταρτο album που θύμισε λίγο τα πρώτα τους χρόνια και συγκεκριμένα τον πρώτο τους δίσκο με κλασικά EHG riffs και την βρωμιά που πάντα εξέφραζε τον ήχο τους, την βρωμιά που υπάρχει παντού στον κόσμο που ζούμε. Αφού έχουν κλείσει ήδη μια ντουζίνα χρόνια ενεργοί κι έχουν δείξει στον κόσμο ήδη την αρνητικότητα, την κακία, την αρρώστια και την μαστούρα που μπορεί να αποδώσει κάποιος στο μουσικό του στυλ, δεν είχαν να αποδείξουν και πολλά πλέον…
..Κάτι που τους οδήγησε σε ένα τεράστιο διάλειμμα αυτή τη φορά. Δεκατέσσερα ολόκληρα χρόνια μετά. Η τελευταία τους δουλειά μέχρι και σήμερα. Κυκλοφόρησε απο την δισκογραφική του κοντοχωριανού τους Anselmo, Housecore Records. Σε αυτο το δίσκο είπαν αντίο στον drummer τους ο οποίος απεβίωσε απο αναπνευστική ανεπάρκεια και την θέση του πήρε ο Aaron Hill. Η υπομονή για τον νέο δίσκο σίγουρα άξιζε, κατά κοινή ομολογία. Οποιοσδήποτε οπαδός των Eyehategod θα αγαπήσει, όπως και κάθε λάτρης του sludge. Είναι βρώμικο και αρρωστημένο και καμωμένο να σπάσει το –γαμημένο- λαιμό σας .Δεν έχει ακόμα το στάτους των παλιότερων άλμπουμ αλλά ο χρόνος είμαι σίγουρη πως του φερθεί καλά, όπως του αρμόζει δηλαδή…